Υπονομεύουν την
απεργία
Μια βδομάδα ακριβώς απέμεινε μέχρι την απεργία στις 27 Νοέμβρη και η
συνδικαλιστική πλειοψηφία κάνει ,ότι περνάει από το χέρι της, για να μη γίνει
γνωστή η πανεργατική κινητοποίηση, να αδυνατίσει και να εμποδιστεί κάθε προσπάθεια
για την καλύτερη οργάνωσή της. Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι από τις 24
Οκτώβρη που αποφάσισε την απεργία, η ΓΣΕΕ μόλις χτες (!) κυκλοφόρησε ένα δελτίο
Τύπου για να την υπενθυμίσει. Το συνοδεύει μάλιστα με «αιτήματα», όπως «να
σταματήσει επιτέλους η δογματική εμμονή κυβέρνησης και δανειστών στην αδιέξοδη
πολιτική, η οποία επιτείνει την κρίση και τις συνέπειές της χωρίς να δίνει
λύση» και να «αντιπαλέψουμε όλοι μαζί τις αντεργατικές και αντικοινωνικές
μνημονιακές πολιτικές της λιτότητας και της εξαθλίωσης». Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ
αποσιωπά επί της ουσίας την απεργία και εκεί που αναγκάζεται να μιλήσει γι'
αυτήν, προσπαθεί να την «αδειάσει» από κάθε ταξικό περιεχόμενο, καλώντας τους
εργαζόμενους να αγωνιστούν για να πάψει ο ...δογματισμός της τρόικας και της
κυβέρνησης! Ομως, τα παλιά και τα νέα μέτρα που χτυπάνε τους εργαζόμενους, δεν
είναι ζήτημα «δογματικής εμμονής» της κυβέρνησης. Προϋπήρχαν των μνημονίων,
εντάθηκαν την περίοδο της κρίσης και θα συνεχιστούν μετά τα μνημόνια, γιατί
αποτελούν στρατηγική του κεφαλαίου.
Οχυρωμένες πίσω από την (τυπική) απόφαση της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ να κηρύξουν την απεργία, οι δυνάμεις του εργοδοτικού -
κυβερνητικού συνδικαλισμού (παλιού και νέου), βάζουν εμπόδια στις Ομοσπονδίες
και στα σωματεία που πλειοψηφούν, ώστε να μην κουνηθεί φύλλο για την
προετοιμασία της απεργίας. Πολύ περισσότερο, για να μην αποκαλυφθεί ο
υπονομευτικός τους ρόλος στα μάτια των εργαζομένων, μέσα από την αντιπαράθεση
με τις ταξικές δυνάμεις. Τέτοια ενδεικτική περίπτωση είναι η Ομοσπονδία
Ιδιωτικών Υπαλλήλων, όπου η πλειοψηφία δεν έχει ακόμα συγκαλέσει συνεδρίαση του
ΔΣ, προκειμένου να αποφασίσει τη συμμετοχή στην απεργία και να συζητήσει μέτρα
για την επιτυχία της. Για μια Ομοσπονδία, όμως, δεν έχει κανένα νόημα να
συμμετέχει στα λόγια σε μια πανεργατική απεργία, να επικαλείται την απόφαση της
τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης και την ίδια ώρα να μην κάνει τίποτα για
την οργάνωση της κινητοποίησης στον κλάδο, να μην παίρνει κανένα μέτρο για την
προπαγάνδιση και την περιφρούρηση της απεργίας. Είναι φανερό ότι με τη στάση
τους υπονομεύουν συνειδητά τη συμμετοχή των εργαζομένων στην πανεργατική
απεργιακή κινητοποίηση.
Αλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Δ' ΕΛΜΕ της Αθήνας. Οι εκπρόσωποι του ΠΑΜΕ στο ΔΣ της ΕΛΜΕ κατέθεσαν πρόταση (10/11/2014)
για σύγκληση Γενικής Συνέλευσης με θέμα την προετοιμασία της απεργίας και τη
συμμετοχή των εργαζομένων σε αυτήν. Ολα τα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ απέρριψαν την
πρόταση με διάφορες δικαιολογίες, που κοινό παρονομαστή είχαν την άποψη πως το
ΠΑΜΕ μπορεί να έχει πλειοψηφική παρουσία στη ΓΣ και να προσθέσει και κάτι άλλο
στα μέτρα στήριξης! Είπαν, δηλαδή, ότι δε θέλουν τη συνέλευση, γιατί μπορεί
εκεί οι εργαζόμενοι να στηρίξουν τις θέσεις του ταξικού κινήματος και να
προσπεράσουν την αδράνεια και τη λογική της ανάθεσης, στην οποία θέλουν να τους
καταδικάσουν. Καθόλου τυχαία, τον τόνο έδωσε η παράταξη των ΣΥΝΕΚ (στηρίζεται
από δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ), με τοποθέτηση που απαξίωσε το ρόλο των Γενικών
Συνελεύσεων και κατέκρινε το ΠΑΜΕ ότι θέλει να προωθήσει μέσα από το σωματείο
τη συνδικαλιστική και πολιτική λογική του! Τέτοιος είναι ο φόβος τους για την
αντιπαράθεση μπροστά στα μάτια των εργαζομένων.
Οπως κατήγγειλαν οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, «δεν θέλουν οι θέσεις τους να τεθούν στην κριτική των συναδέλφων
στις ανοιχτές και συλλογικές διαδικασίες των Γενικών Συνελεύσεων (...)
Εγκλωβίζουν τους εργαζόμενους στη λογική της ανάθεσης για λύσεις από τα πάνω
στα πλαίσια μιας εξουσίας, μιας διακυβέρνησης που υπακούει στους στόχους της
ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου, που υποτάσσεται στα όρια
μιας ανάπτυξης που με το ένα ή με το άλλο μείγμα διαχείρισης φέρνει διαρκή
Μνημόνια για τους εργαζόμενους». Κόντρα σ' αυτήν τη λογική, το ΠΑΜΕ καλεί τους
εργαζόμενους «να δείξουν τη δύναμή τους, να πάρουν στα χέρια τους την τύχη και
το μέλλον των ίδιων και των παιδιών τους, σε ένα μεγάλο λαϊκό ποτάμι, στο δρόμο
που χάραξε το μεγάλο Πανελλαδικό συλλαλητήριο της 1ης Νοεμβρίου, να
διεκδικήσουν τα δικαιώματα και τη ζωή που τους ανήκει»... Αυτό προϋποθέτει να
ξεπεράσουν τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες, να καταδικάσουν και να ακυρώσουν
τον υπονομευτικό τους ρόλο, να βάλουν σε κίνηση τη δική τους δύναμη για την
ανασύνταξη του κινήματος.